Η Διδάκτωρ Νοµικής και δικηγόρος, Ζωή Γιαννοπούλου – Στεφάνου, διαπιστευµένη Διαµεσολαβήτρια κι εκπαιδεύτρια Διαµεσολαβητών στο Ινστιτούτο Κατάρτισης Διαµεσολαβητών Θεσσαλονίκης, αποσαφηνίζει πως κάθε Διαµεσολάβηση είναι µία διαπραγµάτευση, όχι, όµως, και το αντίστροφο.

Πώς συνδέεται, όµως, η Διαµεσολάβηση µε τις διαπραγµατεύσεις; Η Διαµεσολάβηση είναι στενά συνδεδεµένη µε τη διαπραγµάτευση µε δυο τρόπους: οι δεξιότητες και οι µέθοδοι είναι κοινές, αλλά και οι τακτικές και οι στρατηγικές που χρησιµοποιούνται από τα εµπλεκόµενα µέρη στη Διαµεσολάβηση είναι συχνά οι ίδιες µε αυτές της διαπραγµάτευσης.

Η µοναδική δυνατότητα της Διαµεσολάβησης, στο πλαίσιο µιας διαπραγµάτευσης, έγκειται στην παρέµβαση ενός κοινά αποδεκτού τρίτου µέρους, του Διαµεσολαβητή, ο οποίος δεν έχει καµία εξουσία λήψης απόφασης, αλλά έχει τον ρόλο να βοηθήσει τα εµπλεκόµενα µέρη να οδηγηθούν στην εκούσια επίτευξη µιας αµοιβαίας αποδεκτής συµφωνίας.

Σε µία διαπραγµάτευση, η κάθε πλευρά παίρνει µια θέση, επιχειρηµατολογεί πάνω σε αυτήν και κάνει παραχωρήσεις προκειµένου να καταλήξει σε κάποιο συµβιβασµό.

Όσο, όµως, περισσότερο βάρος δίνεται στις θέσεις, τόσο λιγότερο ικανοποιούνται τα θεµελιώδη συµφέροντα των µερών. Επιπλέον, όσο πιο ακραίες είναι οι αρχικές θέσεις τόσο περισσότερος χρόνος απαιτείται για µία εφικτή συµφωνία. Ενίοτε, τα µέρη αποφεύγουν τις διαπραγµατεύσεις βάσει θέσεων και ακολουθούν µία πιο ήπια τακτική, δίνοντας σηµασία στην οικοδόµηση ή/και διατήρηση µιας σχέσης µε την άλλη πλευρά, χωρίς όµως, να καταλήγουν πάντα στην καλύτερη συµφωνία. Ιδιαίτερα όταν το παιχνίδι των διαπραγµατεύσεων γέρνει υπέρ του σκληρού διαπραγµατευτή.

Αν και κάθε διαπραγµάτευση είναι διαφορετική, τα βασικά στοιχεία δεν αλλάζουν κι εξελίσσονται σε δύο επίπεδα: στην ουσία (π.χ., στη διαπραγµάτευση ενός µισθού ή µίας επαγγελµατικής θέσης) και στη διαδικασία – κανόνες της διαδικασίας που θ’ ακολουθηθεί. Συνήθως, το δεύτερο επίπεδο των διαπραγµατεύσεων µας διαφεύγει. Βεβαίως, αν και µία  έξυπνη στρατηγική δεν µπορεί ν’ αναπληρώσει την έλλειψη προετοιµασίας, η στρατηγική είναι συνάρτηση της προετοιµασίας.

Ο στόχος του Διαµεσολαβητή

Στόχος του Διαµεσολαβητή είναι ν’ αποµακρύνει τα µέρη από τις θέσεις τους, ώστε ν’ αναγνωρίσουν τα πραγµατικά συµφέροντα και τις ανάγκες τους και να διαπραγµατευτούν βάσει αυτών. Σκοπός της παρέµβασης του Διαµεσολαβητή δεν είναι η αποδόµηση των θέσεων των συµβαλλόµενων µερών, αλλά η αναθεώρηση του τρόπου µε τον οποίο  αντιλαµβάνονται και προσεγγίζουν τη διαφορά τους. Επιπλέον, ο ανθρώπινος παράγοντας είναι καταλυτικός σε κάθε διαπραγµάτευση, είτε αφορά σ’ ένα συµβόλαιο µίσθωσης ή σ’ ένα διαζύγιο είτε σε µια συµφωνία µεταξύ κρατών.

Η αντίληψη, το συναίσθηµα και η επικοινωνία επιδρούν τόσο στη δηµιουργία απρόσµενων ευκαιριών για διευθέτηση διενέξεων όσο, αντίστοιχα, και στην επιβολή εµποδίων στην επίτευξη συµφωνιών.

Αναλογιζόµενοι τις πολιτισµικές ιδιαιτερότητες, την κοινωνική αντίληψη, τις προσδοκίες των µερών και το βαθµό της συνειδητοποίησης της ουσίας του συγκεκριµένου τρόπου επίλυσης των διαφορών, οι προσπάθειες εµπέδωσης των αρχών της συνεννόησης και της διαπραγµάτευσης αποτελούν, όχι µόνο ένα αποτελεσµατικό µέσο αποφυγής της αντιδικίας, αλλά κι ένα γενικό πρότυπο συµπεριφοράς και αντιµετώπισης των συγκρούσεων.

Άλλωστε, χρειάζονται δύο για να γίνει µπέρδεµα και αρκεί µόνο ένας για να το ξεµπλέξει!

Πηγή: http://www.glow.gr/gr/art/16522/diamesolabisi-kai-diapragmateuseis

Ζωή Γιαννοποπούλου – Στεφάνου

Δικηγόρος

Διαμεσολαβήτρια

Εκπαιδεύτρια Διαμεσολαβητών Θεσσαλονίκης