Η Διαμεσολάβηση, στην Ελλάδα των χαλεπών καιρών στους οποίους το Κράτος αδυνατούσε οικονομικά να την προβάλει σε ευρεία κλίμακα μέσω των Μ.Μ.Ε. όπως έγινε σε άλλα κράτη της Ε.Ε., αναπτύσσεται διαρκώς: Έχουν γίνει περίπου 50 διαμεσολαβήσεις (ο μη ακριβής αριθμός οφείλεται στον απόρρητό τους χαρακτήρα και έχει ως πηγή το ανώνυμο και άτυπο γκάλοπ που διενεργώ μεταξύ των Συναδέλφων Διαμεσολαβητών) σε αστικές και εμπορικές υποθέσεις, στις οποίες κατηύθυναν τους πελάτες-εντολείς τους οι Δικηγόροι τους. Αυτοί το έπραξαν όποτε έκριναν ότι η υπόθεση των εντολέων τους έχριζε άμεσης, εχέμυθης και εκτελεστής λύσης. Και ο ενθαρρυντικός αυτός αριθμός διαμεσολαβήσεων έγινε μόλις μέσα στο πρώτο 1,5 έτος πραγματικής εφαρμογής του θεσμού, από το χρόνο δημοσίευσης του πρώτου δημοσίου Πίνακα Διαπιστευμένων Διαμεσολαβητών στην ιστοσελίδα του Υπ. Δικαιοσύνης www.ministryofjustice.gr To πιο ενθαρρυντικό στοιχείο, που σας μεταφέρω από την προσωπική μου πείρα, είναι ότι όσοι Δικηγόροι και πελάτες δοκίμασαν τη Διαμεσολάβηση, παρά τις δυσκολίες που παρουσιάζει όπως κάθε διαδικασία διαπραγμάτευσης και εξομαλύνονται σημαντικά με τη συνδρομή του Διαμεσολαβητή, μένουν πολύ ικανοποιημένοι από αυτή και την ξαναχρησιμοποιούν. Η Διαμεσολάβηση ήρθε και θα μείνει στην Ελληνική νομική πραγματικότητα. Το επόμενο στοίχημα που την αφορά είναι πόσο σύντομα θα έρθει η μαζική της χρήση, προς όφελος ημών των Δικηγόρων πρώτιστα και των πελατών μας συνακόλουθα.

Η αναφορά μου, στην προηγούμενη μου φράση, σε «όφελος των Δικηγόρων πρώτιστα» από τη Διαμεσολάβηση δεν είναι τυχαία: Πιστεύω ακράδαντα πρώτον, ότι η Διαμεσολάβηση είναι μία μοναδικής σημασίας σύγχρονη ευκαιρία για ανάπτυξη και αναβάθμιση τη Δικηγορίας όλων μας και δεύτερον, ότι οι Δικηγόροι είναι το κλειδί της ευρείας χρήσης της Διαμεσολάβησης στην Ελλάδα.

Εξηγούμαι: Μόνο ως ανάπτυξη και αναβάθμιση της Δικηγορίας μπορώ να χαρακτηρίσω τη Διαμεσολάβηση, όταν στη διαδικασία αυτή, μεταξύ άλλων:

  • Τα μέρη παρίστανται υποχρεωτικά εκ του νόμου με τους Δικηγόρους – Νομικούς Παραστάτες τους.
  • Οι Δικηγόροι – Νομικοί Παραστάτες των μερών δίνουν στους πελάτες τους σύντομες λύσεις, οπότε δεν κινδυνεύουν να αποθαρρυνθούν οι τελευταίοι από τις χρονοβόρες διαδικασίες που είχαν να τους προτείνουν έως την εμφάνιση της Διαμεσολάβησης.
  • Οι Δικηγόροι – Νομικοί Παραστάτες αμείβονται με γραμμάτιο προείσπραξης ενδεικτικής δικηγορικής αμοιβής και με όποια πρόσθετη αμοιβή κρίνουν κατάλληλη για το είδος και την πολυπλοκότητα της υπόθεσης και συμφωνήσουν με τους πελάτες τους.
  • Οι Δικηγόροι – Νομικοί Παραστάτες δεν σπαταλούν χρόνο και ενέργεια σε ουρές και άκαρπες αναμονές αλλά εργάζονται, σε συνεργασία με τον πελάτη τους ο καθένας και με το Διαμεσολαβητή, πάνω στην ουσία της υπόθεσης.
  • Αφιερώνουν πολύ λιγότερο χρόνο στη σύνταξη κειμένων και δεν χρειάζεται να ανησυχούν για προθεσμίες γιατί η διαδικασία είναι πιο απλή από τις δικονομικές ενώπιον των Δικαστηρίων και σε σημαντικό βαθμό άτυπη, προς διευκόλυνση της διαπραγμάτευσης.
  • Προβάλλονται στους πελάτες τους ως αποτελεσματικοί σύμβουλοί τους σε διαπραγμάτευση και το έργο τους εκτιμάται, οπότε και αμείβεται, γιατί συνοδεύουν και καθοδηγούν τους πελάτες τους σε κάθε στάδιο της διαδικασίας.
  • Δεδομένης της συντομίας της Διαμεσολάβησης, αμείβονται άμεσα -είτε πριν είτε αμέσως μετά τη διαδικασία- και αποκτούν τη δυνατότητα να ελέγχουν το χρόνο και την αμεσότητα καταβολής των αμοιβών τους. Αποκτούν, κοινώς, οικονομική ρευστότητα σε δύσκολους καιρούς όπου αυτή είναι δυσεύρετη.

Γνωρίζω ότι όλα αυτά ακούγονται πολύ μακρινά από την καθημερινότητα της έως τώρα συνήθους άσκησης της Δικηγορίας, ειδικά όταν έχει εθιστεί ο κλάδος μας στις δύσκολες συνθήκες αυτής επί δεκαετίες, που έχουν δυσχερανθεί ακόμα περισσότερο από τη σκληρή οικονομική συγκυρία. Ωστόσο είναι απολύτως πραγματικά και νομοθετικά κατοχυρωμένα. Ακούω ενίοτε Συναδέλφους που δεν γνωρίζουν τα προαναφερόμενα να λένε ότι «η Διαμεσολάβηση στην Ελλάδα δεν λειτουργεί». Η πραγματικότητα είναι άλλη: η Διαμεσολάβηση στην Ελλάδα λειτουργεί και κάθε μία από όσες έγιναν κατέδειξε πόσο ταιριάζει στη θυμική ιδιοσυστασία του Έλληνα και πόσο τον βοηθά να πάρει σοβαρές, ενημερωμένες και δύσκολες αποφάσεις, αναπτύσσεται σταδιακά και δεν έχει ακόμα αξιοποιηθεί από την πλειοψηφία των Δικηγόρων. Οι βασικότεροι λόγοι μη αξιοποίησης της Διαμεσολάβησης από τους περισσότερους Δικηγόρους έως σήμερα είναι είτε η άγνοια της ύπαρξής της είτε η γνώση της ύπαρξής της αλλά η άγνοια του τρόπου εφαρμογής της, των σταδίων της, της συμβολής τους σε αυτή και της χρέωσης των υπηρεσιών τους και των τρόπων είσπραξης της αμοιβής τους.

Ένα ερώτημα που προκύπτει: Είναι αναγκαίο να αποκτήσει ένας Δικηγόρος εξειδικευμένες γνώσεις; Δεν παρίσταται εκ του νόμου στη Διαμεσολάβηση; Γιατί πρέπει να εκπαιδευτεί σε αυτή; Η απάντηση είναι απλή: Οι γνώσεις αυτές είναι απαραίτητες στο Δικηγόρο που θέλει να λειτουργήσει αποτελεσματικά στο ρόλο του στη Διαμεσολάβηση και να την αξιοποιήσει: Έχουμε, όλοι οι Δικηγόροι, εκπαιδευτεί κατά τις σπουδές μας και την πρακτική άσκηση στη συμβολή μας στην επ’ ακροατηρίω δικαστική διαδικασία όπου εφαρμόζεται το συγκρουσιακό μοντέλο επιχειρηματολογίας και αντεπιχειρηματολογίας. Εάν, όμως, εφαρμόσουμε το μοντέλο αυτό αυτούσιο στη Διαμεσολάβηση, ακόμα και στην πιο μετριοπαθή εκδοχή του, θα την τορπιλίσουμε. Επίσης έχουμε μάθει να προετοιμάζουμε μία πληθώρα νομικών και πραγματικών ισχυρισμών με σκοπό την επικράτηση, οι οποίοι λίγο θα ωφελήσουν εμάς και τον πελάτη μας αν προβληθούν στη Διαμεσολάβηση, όπου σκοπός είναι να πειστεί το άλλο μέρος να συμπράξει με εμάς και τον πελάτη μας στη σύναψη συμφωνίας επίλυσης της διαφοράς. Και αυτά είναι δύο μόνο ενδεικτικά παραδείγματα αναντιστοιχιών του ρόλου του Δικηγόρου – Νομικού Παραστάτη στο Δικαστήριο και αυτού στη Διαμεσολάβηση.

Τέλος, ακούω πολλούς συναδέλφους να συγχέουν την τυχόν υφιστάμενη εμπειρία τους στην εξωδικαστική συμβιβαστική επίλυση των διαφορών των εντολέων τους με το ρόλο του Δικηγόρου στη Διαμεσολάβηση: «αυτό το κάνω ήδη στο γραφείο μου τακτικά» λένε. Η εμπειρία αυτή, ωστόσο, παρότι αποτελεί αξιόλογο προσόν, δεν επαρκεί από μόνη της για να λειτουργήσει κάποιος αποτελεσματικά στο ρόλου του Νομικού Παραστάτη – Δικηγόρου μερών στη Διαμεσολάβηση. Παραδείγματος χάριν, δεν τους διδάσκει τι μπορούν να κάνουν όταν η άλλη πλευρά ή ο Δικηγόρος της δεν επιθυμούν να συζητήσουν ή να συμπράξουν σε μία εξωδικαστική διαδικασία και η παρέμβαση ειδικού στην Ψυχολογία, το Δίκαιο της Διαμεσολάβησης και τις Διαπραγματεύσεις, όπως είναι ο Διαμεσολαβητής κατόπιν της ειδικής του εκπαίδευσης, καθίσταται αναγκαία. Εν τέλει, ακόμα και όταν όλοι οι εμπλεκόμενοι σε μία διαφορά, πελάτες και Δικηγόροι, δηλώνουν ότι επιθυμούν την εξωδικαστική της επίλυση, η φυσιολογική ταύτιση στο μυαλό έκαστου εξ αυτών του Δικηγόρου κάθε πλευράς με τον εντολέα του και τα συμφέροντα αυτού, περιορίζει σημαντικά τις δυνατότητες τους και οδηγεί σε λύσεις συχνά προσωρινές. Αυτό το εμπόδιο ξεπερνιέται όταν επιλεγεί η Διαμεσολάβηση ως διαδικασία επίλυσης, με τη συμβολή του Διαμεσολαβητή, ο οποίος είναι τρίτος, ουδέτερος, της κοινής επιλογής και εμπιστοσύνης των εμπλεκομένων στη διαφορά.

Οι γνώσεις που χρειάζεται να αποκτήσει ο Δικηγόρος – Νομικός Παραστάτης στη Διαμεσολάβηση μαθαίνονται με τρόπο επιστημονικό, σύντομο, εύληπτο και πρακτικό.

Σπύρος Αντωνέλος

Δικηγόρος – Διαπιστευμένος Διαμεσολαβητής –

Εκπαιδευτής Διαμεσολαβητών και Δικηγόρων στη Διαμεσολάβηση

Πρώτη Δημοσίευση: 24/9/2015 στη Νομική ιστοσελίδα www.ethemis.gr

http://www.ethemis.gr/i-diamesolavisi-os-efkeria-anavathmisis-tis-dikigorias-ke-pigi-neon-ke-ameson-esodon-gia-tous-dikigorous/