Υποχρέωση είθισται να είναι η πρακτική της πίεσης μίας πλευράς στην άλλη να ενεργήσει μη ηθελημένα χρησιμοποιώντας εξαναγκασμό. Εμπεριέχει διάφορες μορφές δύναμης αντίθετα στην ελεύθερη βούληση και εξαναγκάζει σε απόφαση ή ενέργειες.
Η Διαμεσολάβηση είναι υποβοηθούμενη διαπραγμάτευση, στην οποία τρίτο ουδέτερο πρόσωπο βοηθά τα μέρη σε σύγκρουση να κατανοήσουν τις υποβόσκουσες ανησυχίες και ανάγκες τους και να διαπραγματευτούν πιθανή συμφωνία.
Υποχρεωτική Διαμεσολάβηση, που δυστυχώς χρησιμοποιείται κατά κόρον στην Ελλάδα, φαίνεται ότι είναι μία πρωτοφανής αντίφαση. Βασική Αρχή της διαδικασίας είναι ο αυτοπροσδιορισμός των μερών, η συνεργασία και δημιουργική συζήτηση επίλυσης διαφοράς και κατανόησης αναγκών. Κάθε προσπάθεια να εφαρμοστεί υποχρεωτικά η διαδικασία υποτιμά την έννοια της Διαμεσολάβησης. Με αυτό τον κίνδυνο, θα πρέπει να υπάρχει σοβαρός λόγος να εισαχθεί υποχρεωτικός τρόπος στη Διαμεσολάβηση.
Οι δικηγόροι και οι πελάτες τους είναι ακόμη κωλυμένοι με τα Δικαστήρια ως η μόνη λύση στα θέματα διαφορών. Η Διαμεσολάβηση τυγχάνει απαξίωσης και υποψία αδυναμίας για το «δίκαιο» κάποιου. Η εθελοντική προσέλευση στη Διαμεσολάβηση είναι σε πολύ χαμηλά επίπεδα αν όχι ανύπαρκτη. Όταν η σιωπή των πολιτών για αναφορά στη Διαμεσολάβηση οφείλεται στην άγνοια της διαδικασίας, η υποχρεωτική αρχική συνεδρία (ΥΑΣ) θεσπίζεται για να βοηθήσει τους πολίτες να ξεπεράσουν τις προκαταλήψεις τους και έλλειψη πληροφόρησης για τη Διαμεσολάβηση. Μελέτες σε πολλές άλλες χώρες αποδεικνύουν ότι ακόμη και με υποχρεωτική ενημέρωση πριν τα Δικαστήρια, τα μέρη μπορούν να οδηγηθούν σε εθελοντική διαδικασία και να πάρουν αποφάσεις μόνοι τους για το μέλλον της σχέσης τους.
Η ανάγκη να εκπαιδεύσουμε το κοινό για χρήση Διαμεσολάβησης ήταν πλέον αναγκαίος λόγος για εισαγωγή της ΥΑΣ στο νομικό σύστημα (Ν. 4640/2019). Παρόλο αυτά, η ΥΑΣ είναι προσωρινό μέτρο διότι τα μέρη δεν χρησιμοποιούν τη Διαμεσολάβηση αναγκαστικά, απλά τη γνωρίζουν και τους δίνεται η ευκαιρία να την δοκιμάσουν και να καταλάβουν τα οφέλη της.
Η ΥΑΣ δέχεται σχόλια από πολλούς. Η πρωταρχική αντίδραση αγγίζει τις αρχές της Διαμεσολάβησης για τον αυτοπροσδιορισμό των μερών και την εθελοντική προσέλευσή τους και συνεπώς υποβαθμίζει τη βάση της διαδικασίας. Το παράδοξο της ΥΑΣ ξεσηκώνει γνώμες για το αν η υποχρέωση γνωριμίας με τη διαδικασία σημαίνει υποχρεωτική διαδικασία. Μελέτη σε άλλα νομικά συστήματα έδειξε ότι τα μέρη είναι ικανοποιημένοι όταν δεν υποχρεούνται να αναφερθούν στη διαδικασία για να συζητήσουν. Οι πολίτες υποχρεούνται να ενημερωθούν αλλά όχι να λύσουν τη διαφορά τους στη Διαμεσολάβηση υποχρεωτικά. Οι πολίτες συνεχίζουν να έχουν δικαίωμα να αναφέρονται στα Δικαστήρια διότι η ΥΑΣ και η Διαμεσολάβηση δεν θεσμοθετήθηκαν αντί των Δικαστηρίων. Η αναφορά στα Δικαστήρια και η άσκηση αγωγής απλά παίρνει περισσότερο χρόνο με το σκεπτικό οτι ίσως τα μέρη θελήσουν να βρουν τη λύση με τη βοήθεια των Διαμεσολαβητών, εφόσον κάνουν σωστά τη δουλειά τους με ουδετερότητα και αμεροληψία. Οι πολίτες έχουν δικαίωμα να συνεχίσουν σε Δικαστήρια αν η διαφορά τους δεν επιλυθεί στη Διαμεσολάβηση.
Η ΥΑΣ όπως θεσμοθετήθηκε έχει υποχρεωτικά έγγραφα, εξ’ου και η ονομασία της, που υπογράφονται από τα μέρη και δικηγόρους ώστε αυτά να ενσωματωθούν στο φάκελο κατά την άσκηση αγωγής σε Δικαστήριο. Αυτό δεν απαγορεύει στους Διαμεσολαβητές να προετοιμαστούν και να ενημερώσουν τα μέρη σε 2 ώρες για το ρόλο τους στη Διαμεσολάβηση. Τούτο σημαίνει γνώσεις όχι μόνο στη διαδικασία αλλά και στο ρόλο ώστε να εξηγήσουν στα μέρη και τους δικηγόρους όχι μόνο τι συμβαίνει στα στάδια της διαδικασίας αλλά και τι θα αναμένουν από τη διαδικασία και τους Διαμεσολαβητές.
Είναι καθήκον των Διαμεσολαβητών να μείνουν στο ρόλο τους και να μην παρασύρονται από τους δικηγόρους που χρειάζονται απλώς τα έγγραφα για το φάκελο στα Δικαστήρια. Είναι υποχρέωση των Διαμεσολαβητών να ελέγξουν τη σύγκρουση συμφερόντων και στην ΥΑΣ και να παραμείνουν ουδέτεροι και αμερόληπτοι. Είναι σημαντική η ενημέρωση αυτή να δουλέψει με τέτοιο τρόπο ώστε με την άρση του προσωρινού μέτρου της ΥΑΣ τα μέρη να έχουν ιδία άποψη και να αναφέρονται στη Διαμεσολάβηση εθελοντικά. Το πισωγύρισμα στα Δικαστήρια ως ο μόνος τρόπος επίλυσης διαφορών στην Ελλάδα θα είναι αποτέλεσμα των άτυχων προσπαθειών μη προετοιμασμένων κατάλληλα Διαμεσολαβητών. Η ΥΑΣ έχει θέση μόνο ως ενημέρωση όταν τα μέρη και οι δικηγόροι τους δεν προσέρχονται εθελοντικά στη διαδικασία και η άσκηση της αγωγής είναι βεβαιωμένη. Ως εκ τούτου τα έγγραφα κατά το Νόμο περιορίζουν την εθελοντική προσέλευση και φυσικά την εύρεση λύσης από τα ίδια τα μέρη. Φυσικά η ενημέρωση μπορεί να γίνει από Διαμεσολαβητές πριν την άσκηση αγωγής και τα μέρη να ασκούσουν τι γίνεται στη διαδικασία και ποιος είναι ο δικός τους ρόλος σε αυτή. Φυσικά οι Διαμεσολαβητές έχουν καθήκον να ενημερώσουν για το σκοπό, τα όριά τους και τα θεμέλια της Διαμεσολάβησης. Φυσικά οι Διαμεσολαβητές έχουν υποχρέωση να πληροφορήσουν το κοινό και το νομικό κόσμο για το νέο επάγγελμα και τις δυνατότητές τους ως ουδέτεροι τρίτοι οι οποίοι δεν βγάζουν αποφάσεις για τα μέρη αλλά παράλληλα δεν είναι η Διαμεσολάβηση «συμβιβαστική» λύση για τα μέρη που ίσως προσφέρουν κάποιοι δικηγόροι. Φυσικά οι Διαμεσολαβητές έχουν υποχρέωση να εμπνέουν και να επέμβουν στα πλαίσια του ρόλου τους όταν σε ΥΑΣ τα μέρη μαλώνουν και οι δικηγόροι τους ικανοποιούνται ότι δεν θα βρεθεί λύση παρά μόνο στα Δικαστήρια και επομένως, όπως λένε πολλοί «τι μας χρειάζεται ο θεσμός αυτός;».
Η συνέχεια του επαγγέλματος και της σωστής εφαρμογής του εξαρτάται από τις γνώσεις των Διαμεσολαβητών και την εστίαση στα όρια και το ρόλο μας στη διαδικασία. Η κουλτούρα στην Ελλάδα χρειάζεται αλλαγή στην κατανόηση των εναλλακτικών τρόπων επίλυσης διαφορών. Η Διαμεσολάβηση πετυχαίνει όταν οι Διαμεσολαβητές γνωρίζουν τα θεμέλιά της και το σκοπό της. Τα μέρη θέλουν να αισθάνονται άνετα και ασφαλή για τη διαδικασία. Οι δικηγόροι θέλουν να αισθάνονται ότι οι Διαμεσολαβητές δεν «απορρίπτουν» το επάγγελμά τους, το οποίο έχει συζητηθεί άπειρες φορές ότι λειτουργεί μόνο συνδυαστικά και αμφίδρομα στο δικηγορικό επάγγελμα. Αυτό προϋποθέτει γνώσεις των Διαμεσολαβητών με σκοπό το χτίσιμο εμπιστοσύνης στη διαδικασία. Όταν τα μέρη δεν μπορούν να λύσουν τη διαφορά τους μόνοι τους, έρχονται σε ένα τρίτο ο οποίος χρειάζεται να χτίσει την εμπιστοσύνη ώστε τα μέρη να μιλήσουν ανοιχτά για τις ανάγκες τους. Ο σύνδεσμος με τα μέρη είναι απαραίτητο στοιχείο της διαδικασίας και οι Διαμεσολαβητές πρέπει να γνωρίζουν τον τρόπο που προσεγγίζουν κάθε στοιχείο της διαφοράς και κάθε προσωπικότητα στη διαδικασία. Στοιχεία βασικά για όλους τους Διαμεσολαβητές και τη δουλειά τους.
Βικτωρία Λιούτα
Διαμεσολαβήτρια
Εκπαιδεύτρια Διαμεσολαβητών