Ο Livio Menini & η Maria Antonia Rampanelli, προσέφυγαν στο Πρωτοδικείο της Βερόνα κατά της Λαϊκής Τράπεζας με θέμα την επιστροφή δανείου ύψους σχεδόν ενός εκατ. Ευρώ. Το Πρωτοδικείο της Βερόνα έκρινε, ότι βάσει του Ιταλικού Δικαίου, η προσφυγή τους δεν ήταν παραδεκτή, αν δεν είχε προηγηθεί διαδικασία εξωδικαστικής Διαμεσολάβησης, χωρίς να έχουν αποχωρήσει, χωρίς εύλογη αιτία και επιπλέον οι προσφεύγοντες έπρεπε να παρίστανται μετά των δικηγόρων τους.
Το Ιταλικό Πρωτοδικείο μάλιστα, ζήτησε από το ΔΕΕ να ερμηνεύσει την Οδηγία για τις καταναλωτικές διαφορές, την 2013/11/ΕΕ για εναλλακτική επίλυση καταναλωτικών διαφορών. Το Δικαστήριο έκρινε, ότι η «υποχρεωτική Διαμεσολάβηση» είναι συμβατή με το Δίκαιο της ΕΕ, όταν γίνεται πριν την προσφυγή σε Δικαστήρια. Μάλιστα, το ΔΕΕ επεσήμανε, ότι δεν είναι δυνατό, η εθνική νομοθεσία να επιτάσσει, να επικουρείται ο καταναλωτής που βρίσκεται σε διαδικασία εξωδικαστικής επίλυσης διαφοράς, από δικηγόρο υποχρεωτικά. Οι επισημάνσεις συνεχίστηκαν με θέμα το ότι η εν προκειμένω διαδικασία της Διαμεσολάβησης, πρέπει να πληροί σωρευτικά τις ακόλουθες προϋποθέσεις:
Α)να έχει κινηθεί από καταναλωτή κατά εμπόρου με θέμα τις συμβατικές υποχρεώσεις από πώληση ή παροχή υπηρεσιών
Β) να είναι ανεξάρτητη, αμερόληπτη, διαφανής, αποτελεσματική, ταχεία και δίκαιη
Γ) να ανατίθεται σε φορέα ο οποίος έχει ιδρυθεί σε μόνιμη βάση και έχει καταχωρηθεί σε ειδικό κατάλογο κοινοποιούμενο στην Ευρωπαϊκή Επιτροπή.
Το Δικαστήριο υπογράμμισε, ότι ο προαιρετικός χαρακτήρας της Διαμεσολάβησης στις υποθέσεις αυτές, συνίσταται στο ότι τα μέρη έχουν την ευθύνη της διαδικασίας και ότι μπορούν να οργανώσουν τη διαδικασία ή να την ολοκληρώσουν ανά πάσα στιγμή και άρα αυτό που έχει σημασία δεν είναι ο υποχρεωτικός ή μη χαρακτήρας της Διαμεσολάβησης, αλλά το να διασφαλίζεται η πρόσβαση των μερών στη δικαιοσύνη όπως ορίζεται στην Οδηγία.
Άρα, η υποχρεωτικότητα της Διαμεσολάβησης ως προ-στάδιο και ως όρος του παραδεκτού της συζήτησης του ένδικου βοηθήματος, είναι συμβατή με την αρχή της αποτελεσματικής ένδικης προστασίας. Κυρίως αν τηρηθούν και οι εξής προϋποθέσεις: αν η διαδικασία δεν καταλήγει σε δεσμευτική για τα μέρη απόφαση αλλά κάθε μέρος μπορεί να αποχωρήσει από τη διαδικασία οποτεδήποτε, η διαδικασία δεν καθυστερεί ουσιωδώς την άσκηση του βοηθήματος, η διαδικασία αναστέλλει τις προθεσμίες παραγραφής, δεν προκαλεί σημαντικά έξοδα, είναι δυνατή η λήψη προσωρινών μέτρων σε εξαιρετικές περιπτώσεις, δεν εμποδίζει την προσφυγή στη δικαιοσύνη οποτεδήποτε αποχωρώντας από διαδικασία με ή χωρίς εύλογη αιτία χωρίς να υπάρχει δυσμενή συνέπεια για το μέρος που αποχωρεί.
Τόνισε δε, ότι δε δύναται εθνική νομοθεσία να επιβάλλει την υποχρεωτική συμπαράσταση του καταναλωτή μετά του δικηγόρου του.
Πηγή: Άννα Εμ. Πλεύρη – Δικηγόρος Ελλάδος και Κύπρου, Δ.Ν., Λέκτορας Ιδιωτικού Δικαίου και ADR της Νομικής Σχολής του Πανεπιστημίου Λευκωσίας, Διαπιστευμένη Διαμεσολαβήτρια, Εκπαιδεύτρια Διαμεσολαβητών και Διαιτητής
Όλγα Ν. Τσιπτσέ
Δικηγόρος παρ’ Αρείω Πάγω, Δ.Διαμεσολαβήτρια ΥΔΔΑΔ, GDPRspec./DPOexec.