Αποτελεί προσωπική μου θετική εμπειρία ως διαμεσολαβήτριας αλλά και άλλων διαμεσολαβητών, η σταδιακή αλλαγή νοοτροπίας και η κοινή απόφαση όλο και περισσότερων δικηγόρων και των δύο πλευρών να επιλέξουν εκουσίως τη Διαμεσολάβηση μετά από μακρά περίοδο άκαρπων διαπραγματεύσεων και πριν την προσφυγή στο δικαστήριο για την επίλυση κυρίως οικογενειακών υποθέσεων.
Οι συγκεκριμένοι δικηγόροι, οι οποίοι δεν ήταν απαραίτητα και διαμεσολαβητές, ενημέρωσαν τους εντολείς τους για την ύπαρξη της διαδικασίας της Διαμεσολάβησης ως το τελευταίο βήμα πριν την προσφυγή στη δικαιοσύνη και τους βοήθησαν να καταλήξουν στον διαμεσολαβητή της κοινής επιλογής τους.
Οι δικηγόροι προσήλθαν σε μια αρχική κοινή συνάντηση με τον διαμεσολαβητή κατά τη διάρκεια της οποίας ενημερώθηκαν αναλυτικά από εκείνον για τη διαδικασία και το ρόλο του διαμεσολαβητή, ο οποίος είναι ένας ουδέτερος τρίτος, ο οποίος δεν αποφασίζει, ούτε απονέμει δίκαιο αλλά συνδράμει τα μέρη, με τις δεξιότητες στις οποίες έχει εκπαιδευθεί, να αναζητήσουν εκείνα μια αμοιβαία αποδεκτή και επωφελή λύση.
Ο διαμεσολαβητής, ανέλαβε την υποχρέωση εν συνεχεία να ενημερώσει ο ίδιος τους εντολείς τους σε μία αρχική κατ’ ιδίαν συνάντηση με καθένα από αυτούς, για τη διαδικασία της Διαμεσολάβησης, τις αρχές και τους κανόνες της καθώς και για τους όρους της συνεργασίας.
Μετά την οριστικοποίηση της απόφασης των εντολέων τους να επιλέξουν την Διαμεσολάβηση για την επίλυση των διαφορών τους, και την έναρξη της διαδικασίας με την υπογραφή της συμφωνίας υπαγωγής στη Διαμεσολάβηση , οι δικηγόροι συμμετείχαν μαζί με τους εντολείς τους στη διαδικασία.
Για τον καθορισμό των ημερών και των ωρών για τη διεξαγωγή της Διαμεσολάβησης δεν επιβλήθηκαν από το διαμεσολαβητή πιεστικά χρονοδιαγράμματα αλλά επιλέχθηκαν εκείνες οι ώρες που ήταν κατάλληλες για εκείνους προσωπικά σύμφωνα και με τις λοιπές επαγγελματικές τους υποχρεώσεις ώστε να είναι σε θέση με άνεση και ηρεμία να παραστούν στη διαδικασία.
Ο διαμεσολαβητής με την ενημερωτική αλληλογραφία του με τα μέρη πριν την διεξαγωγή της Διαμεσολάβησης ανέδειξε την σημασία της παράστασης των πληρεξουσίων δικηγόρων τους στη διαδικασία και την εν γένει συμβολή τους.
Παρέχοντας τις υπηρεσίες τους σε ποιοτικές συνθήκες οι δικηγόροι συνέδραμαν τους εντολείς τους, ώστε η πλειονότητα των υποθέσεων με τη βοήθεια του διαμεσολαβητή, να καταλήξει, σε εξαιρετικά επωφελείς και εξατομικευμένες και για τις δύο πλευρές συμφωνίες, τους όρους των οποίων καμία πλευρά δεν θα είχε κατορθώσει να εξασφαλίσει στο δικαστήριο και οι οποίες δεν ήταν προϊόν παραιτήσεων ή υποχωρήσεων.
Τα αποτελέσματα για τους ίδιους τους δικηγόρους ήταν ιδιαίτερα ικανοποιητικά σύμφωνα με τις εντυπώσεις που οι ίδιοι μετέφεραν στο διαμεσολαβητή και εξαιρετικά επωφελή.
Σε εκείνη εκ των περιπτώσεων που η έκβαση δεν υπήρξε επιτυχής οι δικηγόροι απέφυγαν τον κίνδυνο να αναδεχθούν την αποτυχία και να «χάσουν τον πελάτη» αφού αυτή ήταν αποτέλεσμα όχι δικών τους άστοχων χειρισμών αλλά των αποφάσεων των εντολέων τους ενώ συγχρόνως εισέπραξαν την αμοιβή τους για τις παρασχεθείσες υπηρεσίες τους, και θα συνέχιζαν την υποστήριξη της υπόθεσης ενώπιον του Δικαστηρίου.
Στις υπόλοιπες περιπτώσεις όπου η έκβαση της Διαμεσολάβησης υπήρξε επιτυχής οι δικηγόροι εισέπραξαν κατά τη λήξη της Διαμεσολάβησης την πραγματική ευγνωμοσύνη των εντολέων τους τόσο για την ενημέρωση τους για τη Διαμεσολάβηση όσο και για τη συμμετοχή τους στη διαδικασία καθώς και για το αποτέλεσμα συγχρόνως δε εισέπραξαν άμεσα την αμοιβή τους για τις παρασχεθείσες υπηρεσίες τους και εν συνεχεία ήταν εκείνοι που ανέλαβαν την υλοποίηση της υπογραφείσας από τους από τους εντολείς τους συμφωνίας.
Παναγιώτα Λουκάκου
Δικηγόρος Παρ’ Αρείω Πάγω
Διαπιστευμένη Διαμεσολαβήτρια