Στο άρθρο το «Beyond Blame: Choosing a Mediator», ο Stephen B. Goldberg συμβουλεύει τους διαπραγματευτές επιχειρήσεων που εμπλέκονται σε μια διαφορά να αναζητήσουν έναν Διαμεσολαβητή που θα βοηθήσει και τις δύο πλευρές στην επίλυσή της, κατά τρόπο αμοιβαία ικανοποιητικό.
Για τον Goldberg, είναι ιδιαίτερα σημαντικές οι κατ’ ιδίαν συναντήσεις του Διαμεσολαβητή με έκαστο των μερών. Κατά τη διάρκεια των συναντήσεων αυτών, ο Διαμεσολαβητής έχει τη δυνατότητα να εντοπίσει τα ουσιαστικά συμφέροντα των μερών και τη βαρύτητά τους. Στη συνέχεια, μεταφέρει τις διαπραγματευτικές προτάσεις του ενός μέρους στο άλλο, μέχρι την επίτευξη μιας συνολικής συμφωνίας.
Η πρακτική αυτή των κατ’ ιδίαν συναντήσεων του Διαμεσολαβητή με τα μέρη, επονομαζόμενη και «Διαμεσολαβητική διπλωματία» (shuttle diplomacy), είναι ευρέως διαδεδομένη. Έχει δεχθεί, ωστόσο, κριτική, καθώς έχει υποστηριχθεί ότι οι κατ’ ιδίαν συναντήσεις δίνουν στον Διαμεσολαβητή υπερβολική εξουσία σε βάρος των μερών, ενώ, αντίθετα, οι κοινές συνεδρίες ενθαρρύνουν την αλληλοκατανόηση μεταξύ των μερών.
Ο Διαμεσολαβητής David Hoffman εξετάζει προσεκτικά τη σημασία των κατ’ ιδίαν συναντήσεων στη Διαμεσολάβηση, στο άρθρο του με τίτλο «Mediation and the Art of Shuttle Diplomacy», που δημοσιεύτηκε στο τεύχος του Ιουλίου του 2011 του περιοδικού Negotiation Journal. Ο Hoffman υποστηρίζει ότι οι κατ’ ιδίαν συναντήσεις παρέχουν στον Διαμεσολαβητή ένα απαραίτητο εργαλείο για την αντιμετώπιση ορισμένων επαναλαμβανόμενων προβλημάτων της Διαμεσολάβησης. Πολλές φορές τα μέρη, για διάφορους λόγους, δεν θα είναι ποτέ πρόθυμα να μιλήσουν ανοικτά και ελεύθερα μεταξύ τους. Σε εξαιρετικά έντονες και συναισθηματικά φορτισμένες περιπτώσεις, οι συχνές κατ’ ιδίαν συναντήσεις του Διαμεσολαβητή με τα μέρη ίσως είναι η μόνη βιώσιμη επιλογή για την επίλυση της διαφοράς.
Βασιλική Κουμπλή
Δικηγόρος παρ’ Αρείω Πάγω – Διαπιστευμένη Διαμεσολαβήτρια