Μια από τις μεγαλύτερες ανησυχίες που έχουν οι παραστάτες δικηγόροι κατά τη διαδικασία της Διαμεσολάβησης, και κυρίως όταν ο Διαμεσολαβητής διαθέτει νομική παιδεία και υπόβαθρο, είναι ότι ο Διαμεσολαβητής με κάποιο τρόπο θα διευκολύνει τον πελάτη του δικηγόρου και θα τον επηρεάσει δυσανάλογα, με τη στάση του, ως προς την επίλυση της διαφοράς. Και αυτή η ανησυχία επιτείνεται όταν διαπιστώνεται ότι η Διαμεσολάβηση αποτελεί πλέον το κύριο μέσο επίλυσης διαφορών.
Είναι πολλές οι περιπτώσεις, όπου ο δικηγόρος, ακόμη και όταν ο ίδιος επιλέγει το Διαμεσολαβητή, δεν επιθυμεί ο τελευταίος να κρατάει τον έλεγχο της κατάστασης, μολονότι αυτό επιβάλλεται από τη διαδικασία.
Οι προτάσεις που δίνονται για να χειριστεί κάποιος Διαμεσολαβητής, τη σχέση μεταξύ συνηγόρου και πελάτη είναι:
Σεβαστείτε τη σχέση
Ο δικηγόρος είναι αυτός που συνδέεται με τον πελάτη σε ύψιστο βαθμό. Ο Διαμεσολαβητής είναι απλώς ένας τρίτος που πρέπει να σέβεται αυτή τη σχέση καθώς και τη δυναμική που υπάρχει μεταξύ συνηγόρου και πελάτη. Άρα, ο Διαμεσολαβητής επιτρέπει στους συνηγόρους να νιώθουν, ότι δε χάνουν τον έλεγχο και ότι κατέχουν διάφορες δυνατότητες, όπως πχ να συνομιλούν απευθείας με τον συνήγορο της άλλης πλευράς. Ο Διαμεσολαβητής δεν πρέπει να προκαλεί την ανταγωνιστικότητα του συνηγόρου, δίνοντας νομικές συμβουλές, ούτε όμως να εμπλέκεται και να εγγυάται ότι ο πελάτης θα υπακούσει τις συμβουλές του συνηγόρου, καθώς δε φέρει τέτοια ευθύνη.
Χρησιμοποιείστε την ειδικότητα και τις γνώσεις τους
Οι δικηγόροι που εκπροσωπούν τους πελάτες έχουν τη πραγματική γνώση της κατάστασης που πηγάζει από την εμπειρία τους. Αυτό μπορεί να καταστεί πολύ ουσιαστικό κατά τη διαδικασία διαπραγμάτευσης όπου οι δικηγόροι θα μπορέσουν να χρησιμοποιήσουν την τεχνογνωσία που κατέχουν και όπου ζητηθεί μπορούν να συμβάλουν καίρια κατά τη Διαμεσολάβηση. Με λίγα λόγια, οι δικηγόροι μπορούν να αυξήσουν την αξία της διαδικασίας της Διαμεσολάβησης και της διαπραγμάτευσης. Αν οι δικηγόροι καταστούν παρατηρητές της διαδικασίας, εξαιτίας του Διαμεσολαβητή, τότε θα μοιάζουν να μη σχετίζονται με αυτή και να αυξάνουν το κόστος της, θα ψάχνουν τρόπους να σαμποτάρουν τη διαδικασία και θα ψάξουν για άλλο Διαμεσολαβητή σε μία μελλοντική υπόθεση.
Συμπεριφερθείτε στο δικηγόρο σαν να ήταν Συν – Διαμεσολαβητής.
Είναι ευχάριστο, να παρατηρεί κανείς, ότι μερικοί δικηγόροι, αν δεν είχαν αυτή την ιδιότητα, θα ήταν έξοχοι Διαμεσολαβητές. Αυτή τη διαπίστωση πρέπει να θυμάται ο Διαμεσολαβητής και να μη διεκδικεί το μονοπώλιο σε ό,τι αφορά τις δεξιότητες. Άλλωστε, η Διαμεσολάβηση είναι συλλογική διαδικασία μεταξύ δικηγόρων και Διαμεσολαβητών.
Μιλήστε του ιδιωτικά
Αν κάτι πρέπει να ειπωθεί μεταξύ του Διαμεσολαβητή και του δικηγόρου, πρέπει να γίνει ιδιωτικά, χωρίς τον πελάτη. Ακόμη και αν κάτι φαίνεται αρχικά άσχετο προς τη διαδικασία, δε πρέπει να ρισκάρει ο Διαμεσολαβητής να το κοινολογήσει ενώπιον όλων.
Κάντε τους δικηγόρους να φαίνονται καλοί
Είτε αρέσει στον Διαμεσολαβητή είτε όχι, δουλειά του είναι να αναδεικνύει τους δικηγόρους στους πελάτες τους και στην άλλη πλευρά. Είναι πολύ εύκολο να αποδομηθεί ο συνήγορος από το Διαμεσολαβητή, αλλά αυτό θα καταστήσει πολύ δύσκολη τη δουλειά του Διαμεσολαβητή. Ο Διαμεσολαβητής πρέπει να συγκεράσει πολλές απαιτήσεις κατά τη διάρκεια της διαδικασίας αλλά από τις πιο σημαντικές είναι η ανάγκη να αναδειχθεί και να γίνει σεβαστός ο δικηγόρος της κάθε πλευράς. Αν η Διαμεσολάβηση επιτύχει, πρέπει αντίστοιχο μερίδιο επιτυχίας με το Διαμεσολαβητή, να έχουν και οι συνήγοροι.
ΠΗΓΗ: Άρθρο: Geoff Sharp
Όλγα Ν. Τσιπτσέ
Δικηγόρος παρ’ Αρείω Πάγω – Δ.Διαμεσολαβήτρια ΥΔΔΑΔ – DPO/GDPR ex.