Σε δημόσια διαβούλευση τέθηκε στις 21 Φεβρουαρίου 2017 από το αρμόδιο Υπουργείο Οικονομίας και Ανάπτυξης το σχέδιο νόμου για τον εξωδικαστικό μηχανισμό ρύθμισης οφειλών των επιχειρήσεων. Πρόκειται για μια πολύ σημαντική νομοθετική πρωτοβουλία, η οποία σκοπεύει στην επανεκκίνηση της ελληνικής Οικονομίας, με ταυτόχρονη ενίσχυση της επιχειρηματικότητας που έχει πληγεί από την πολυετή ύφεση.

Το σχέδιο νόμου διαθέτει παράλληλα ιδιαίτερη σπουδαιότητα και στο πλαίσιο της εθνικής στρατηγικής για την προώθηση των εναλλακτικών μεθόδων διαχείρισης των διαφορών, χωρίς την ανάγκη προσφυγής στα Δικαστήρια. Με αυτήν ακριβώς τη στόχευση, ο ΟΠΕΜΕΔ ήδη από τον Ιούνιο 2016 ανέλαβε συγκεκριμένες πρωτοβουλίες υποβάλλοντας τεκμηριωμένες προτάσεις προς το ΥπΟΑν για την ενεργό εμπλοκή των διαπιστευμένων διαμεσολαβητών στον συντονισμό και τη διαχείριση του όλου εξωδικαστικού μηχανισμού διαπραγμάτευσης. Η Κυβέρνηση συνεργάσθηκε στενά με τον Οργανισμό, αποδεχόμενη τη φιλοσοφία, καθώς και επί μέρους στοιχεία των προτάσεων που ο ΟΠΕΜΕΔ υπέβαλε, διαμορφώνοντας τον πυρήνα της πρόσφατης νομοθετικής πρωτοβουλίας. Η δημόσια διαβούλευση θα διαρκέσει μέχρι την Παρασκευή 3 Μαρτίου 2017, ενώ σε σύντομο χρόνο το τελικό σχέδιο νόμου αναμένεται να εισαχθεί και στη Βουλή προς ψήφιση.

Ο σχεδιαζόμενος εξωδικαστικός μηχανισμός ρύθμισης των “κόκκινων” οφειλών των επιχειρήσεων αποτελεί ένα νέο σύστημα διαχείρισης και διευθέτησης των διογκωμένων λόγω της κρίσης επιχειρηματικών οφειλών. Συνιστά, ταυτόχρονα, την πλέον ολοκληρωμένη απόπειρα παροχής δεύτερης ευκαιρίας στους επιχειρηματίες που, παρά τις ατυχίες που αντιμετώπισαν, μπορούν και αξίζουν να συνεχίσουν τη δραστηριότητά τους, αποφεύγοντας την πτώχευση.

Κάθε εμπορική επιχείρηση (ατομική ή εταιρική) που έχει φορολογική έδρα στην Ελλάδα και παρουσιάζει ληξιπρόθεσμες και καθυστερούμενες οφειλές άνω των 20.000 € μπορεί, υπό προϋποθέσεις, να ζητήσει την υπαγωγή της στο νέο σύστημα ρύθμισης, το οποίο θα εφαρμοστεί έως και το τέλος Αυγούστου 2018.

Η διαδικασία σε μεγάλο βαθμό διενεργείται ηλεκτρονικά. Η ίδια η αίτηση υπαγωγής υποβάλλεται στην ηλεκτρονική πλατφόρμα της Ειδικής Γραμματείας Διαχείρισης Ιδιωτικού Χρέους (ΕΓΔΙΧ) του Υπουργείου Οικονομίας. Η αίτηση περιλαμβάνει πρόταση της ίδιας της επιχείρησης προς ρύθμιση των οφειλών της προς τράπεζες, προμηθευτές, Δημόσιο κ.λπ., ενώ συνοδεύεται από κάθε αναγκαίο δικαιολογητικό. Ακολουθεί το στάδιο της διαπραγμάτευσης, όπου γίνεται ανταλλαγή προτάσεων και απόψεων με τους πιστωτές και εντοπίζονται τα περιθώρια συγκλίσεων. Το πρόγραμμα ρύθμισης συμφωνείται με όλους τους πιστωτές ή έστω με την πλειοψηφία του 60% αυτών. Η τελική συμφωνία επικυρώνεται από δικαστήριο, ενώ τη διεύθυνση της όλης διαδικασίας αναλαμβάνει συντονιστής που θα προέρχεται από το μητρώο διαμεσολαβητών του Υπουργείου Δικαιοσύνης, Διαφάνειας και Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων.

Η όλη διαδικασία χαρακτηρίζεται από εχεμύθεια και εμπιστευτικότητα, ενώ οι όποιες συμφωνίες είναι δεσμευτικές για τα μέρη της διαπραγμάτευσης. Με αυτό το περιεχόμενο, το νέο σύστημα ρύθμισης οφειλών μπορεί να οδηγήσει με γρήγορο και αξιόπιστο τρόπο σε βιώσιμες συμφωνίες για τη ρύθμιση των οφειλών των επιχειρήσεων προς όλους τους πιστωτές τους. Με άλλα λόγια, η ρύθμιση περιλαμβάνει όχι μόνο οφειλές από “κόκκινα” τραπεζικά δάνεια και απαιτήσεις προμηθευτών αλλά και οφειλές προς το ίδιο το Δημόσιο και τους ασφαλιστικούς οργανισμούς. Παρέχεται, δηλαδή, η δυνατότητα ολιστικής αντιμετώπισης του φαινομένου της “υπερχρέωσης” των επιχειρήσεων, με βασικό κριτήριο τη βιωσιμότητα αυτής και την προοπτική συνέχισης της λειτουργίας της, με ταυτόχρονη ικανοποίηση των απαιτήσεων των πιστωτών.

Είναι σαφές ότι παρά τις επί μέρους ατέλειες ή ασάφειες, το σχέδιο νόμου κινείται προς την ορθή κατεύθυνση, καθώς αποσκοπεί στη διαχείριση ενός μείζονος οικονομικού και κοινωνικού ζητήματος με όρους σύγχρονους και λειτουργικούς, χωρίς την πολυτελή και χρονοβόρο δικαστική διαδικασία. Ωστόσο, η παρούσα εκδοχή του σχεδίου περιέχει ορισμένες διατάξεις, οι οποίες στερούνται πρακτικής χρησιμότητας. Χαρακτηριστικό παράδειγμα αποτελεί η ρύθμιση του άρθρου 6 παρ. 5, όπου εισάγεται ποσοτικός περιορισμός στον αριθμό των διαμεσολαβητών που θα εγγραφούν στο σχετικό μητρώο συντονιστών.

Ο ΟΠΕΜΕΔ είχε την ευκαιρία να υποβάλει εγκαίρως τις ενστάσεις του και τη διαφωνία του για τη συγκεκριμένη ρύθμιση, η οποία εμφανίζεται αναποτελεσματική ενώ είναι εξαιρετικά πιθανό ότι θα δημιουργήσει πρακτικά προβλήματα εφαρμογής  και φυσικά βρίσκεται σε πλήρη αντιστοιχία με την ανάγκη αξιοποίησης όλων των διαμεσολαβητών, προκειμένου να ολοκληρωθούν με επιτυχία το σύνολο των υποθέσεων. Ωστόσο, η συγκεκριμένη διάταξη δεν αφαιρέθηκε από το τρέχον σχέδιο, παρά τις σχετικές διαβεβαιώσεις της Κυβέρνησης. Πιστεύουμε ότι στο τελικό σχέδιο νόμου θα καταργηθεί η προβληματική αυτή διάταξη και θα χρησιμοποιηθούν όλοι οι πιστοποιημένοι διαμεσολαβητές.  Άλλες προτάσεις του ΟΠΕΜΕΔ που επίσης δεν περιέχονται στο τρέχον σχέδιο, προέβλεπαν την επικύρωση του πρακτικού με διάταξη προέδρου χωρίς δικάσιμο και όχι από πολυμελή δικαστική σύνθεση, τη διασφάλιση της εχεμύθειας και εμπιστευτικότητας της διαδικασίας, καθώς και την ενδεχόμενη καθιέρωση ειδικότερης διαδικασίας για τις πολύ μεγάλες επιχειρήσεις.

Ο Οργανισμός,  τόσο μέσω της δημόσιας διαβούλευσης όσο και μέσω των θεσμικών καναλιών συνεργασίας με τις αρμόδιες Αρχές, θα εξακολουθεί να παρακολουθεί στενά τη διαδικασία επεξεργασίας του σχεδίου νόμου, ώστε να συνδράμει αποτελεσματικά προς τον σκοπό βελτίωσης της λειτουργικότητας και αποτελεσματικότητας του υπό επεξεργασία μηχανισμού, πριν την τελική υιοθέτησή του από τη Βουλή.

Ο ΠΡΟΕΔΡΟΣ                                                                                Ο ΓΕΝΙΚΟΣ ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ

Παναγιώτης Πικραμμένος                                                        Νικόλας Κανελλόπουλος