Το έγγραφο της περασμένης εβδομάδας για τη Διαμεσολάβηση επιτέλους φωτίζει το γιατί η διαμεσολάβηση δεν έγινε ακόμη κυρίαρχη τάση: Έλλειψη Εμπιστοσύνης.
Πράγματι πολλοί δικηγόροι θεωρούν ότι η διαδικασία είναι περιττή, πάρα πολλοί πελάτες θέλουν να λύσουν τη διαφορά τους στο δικαστήριο και πάρα πολλοί Διαμεσολαβητές δεν κατορθώνουν να πείσουν τα εμπλεκόμενα μέρη ότι μπορούν να προσφέρουν απτά οφέλη.
Για μια μέθοδο που υποτίθεται ότι βρισκόταν στην πρώτη γραμμή της αστικής δικαιοσύνης, οι απόψεις παραμένουν θολές. Η έκθεση της ομάδας εργασίας του Συμβουλίου Αστικής Δικαιοσύνης αναγνωρίζει ότι οι προσπάθειες που καταβάλλονται να γίνει η εναλλακτική επίλυση διαφορών (ADR) αναπόσπαστο στοιχείο της διαδικασίας είναι «εξαιρετικά ασαφής». Τα μέτρα για την ενθάρρυνση της Διαμεσολάβησης – σήματα, απειλές κυρώσεων και επαγγελματικές υποχρεώσεις των δικηγόρων – είναι καλά σχεδιασμένα και μελετημένα, αλλά τελικά το σύστημα, στο σύνολό του, «δεν λειτουργεί».
Εάν οι δικηγόροι και οι πελάτες τους δεν προσέλθουν σε Διαμεσολάβηση, τότε ίσως πρέπει να πάει προς αυτούς η διαμεσολάβηση. Ένα υποχρεωτικό σύστημα συζητήθηκε και απορρίφθηκε, αλλά η ομάδα εργασίας κατέστησε σαφές ότι αυτή η συζήτηση πρέπει να επαναληφθεί. Μια μειοψηφία μελών συστήνει ότι η Διαμεσολάβηση θα πρέπει να αποτελεί προϋπόθεση πρόσβασης στα δικαστήρια.
Η έκθεση αναφέρει ότι η εθελοντική προσφυγή σε Διαμεσολάβηση είναι «απογοητευτικά αργή και μικρή». Τα μέρη που καταναλώνουν ενέργεια και κόστος διαφωνώντας για το κατά πόσον θα προσφύγουν σε Διαμεσολάβηση, συνήθως το κάνουν για λόγους τακτικής και ακόμη και αν συμφωνήσουν να διαμεσολαβήσουν, δεν έχουν υποχρέωση επίλυσης της διαφοράς. Τα μέλη της ομάδας δεν βρήκαν στοιχεία που να αποδεικνύουν ότι η ADR είναι λιγότερο επιτυχής όταν είναι υποχρεωτική. Αντίθετα μερικές φορές τα μέρη «χαλαρώνουν» εάν αποφύγουν το δίλημμα «ποιος το προτείνει πρώτος» εφόσον δεν έχουν επιλογή.
Ένα σημαντικό πρόβλημα με αυτή τη θεωρία είναι ότι όσοι είναι στην πρώτη γραμμή συνήθως διαφωνούν με αυτή την πρόταση.
Ο διαμεσολαβητής Joe Mulrooney από το Λίβερπουλ, ισχυρίζεται ότι ο εθελοντικός χαρακτήρας του σημερινού συστήματος ευθύνεται για τον υψηλό αριθμό επιτυχημένων αποτελεσμάτων. Ο Δρ Μάικ Τάλμποτ, δημιουργός της Διαμεσολάβησης στο Ηνωμένο Βασίλειο , την οποία ίδρυσε το 1999, πιστεύει ότι η προσπάθεια να καταστεί η Διαμεσολάβηση υποχρεωτική μπορεί να είναι αντιπαραγωγική. «Όσο πιο πολύ πιέζεις κάποιον να κάνει κάτι που δεν θέλει να κάνει, τόσο πιο πολύ θα αντιδράσει», λέει ο Talbot. «Έχω κάνει διαμεσολάβηση όπου οι παριστάμενοι αν και έχουν εντολή, κάθονται με τα χέρια διπλωμένα και χωρίς να ανοίγουν το χαρτοφύλακά τους. Δεν θέλουν να είναι εκεί και είναι το χάος”.
Αν τα μέρη υποχρεωθούν να συμμετάσχουν, υποστηρίζει, θα πρέπει αυτό να γίνεται νωρίς στη διαδικασία. Εάν επιτρέψεις να προχωρήσει η δικαστική διαδικασία χωρίς παρέμβαση, τότε αφήνεις πάρα πολύ «νερό να τρέξει στο αυλάκι» και υπονομεύεις το όλο θέμα.
Τα αποδεικτικά στοιχεία από άλλες δικαιοδοσίες είναι περιορισμένα, αλλά διδακτικά. Η ομάδα εργασίας αναφέρει ότι στο Βέλγιο τα στοιχεία της υποχρεωτικής Διαμεσολάβησης αποτέλεσαν «δαπανηρή όχληση» και είδαν συμμετέχοντες «να παραβλέπουν τις ενστάσεις». Στην Ιταλία, οι νομοθέτες εισήγαγαν την υποχρεωτική Διαμεσολάβηση το 2010 (η μόνη ευρωπαϊκή δικαιοδοσία που επέλεξε αυτή τη δυνατότητα μέχρι σήμερα) όμως τροποποίησαν τη διάταξη εντός τριών ετών για να την περιορίσουν σε μικρότερο φάσμα διαφορών. Ωστόσο, το επιχείρημα θα εξακολουθήσει να υφίσταται όσο η διαμεσολάβηση δεν γίνεται «πολιτισμικός κανόνας», όπως θα επιθυμούσε η ομάδα εργασίας.
Λίγοι αμφισβητούν ότι η Διαμεσολάβηση έχει τη δυνατότητα βελτίωσης του συστήματος αστικής δικαιοσύνης. Στο οικογενειακό δίκαιο, το Υπουργείο Δικαιοσύνης ανέφερε ότι το 2013 σχεδόν επτά από τα 10 ζευγάρια που επέλεξαν τη διαμεσολάβηση κατέληξαν σε συμφωνίες. Ένα χρόνο αργότερα, η Διαμεσολάβηση κατέστη υποχρεωτική, με ορισμένες μόνον εξαιρέσεις. Αμέσως η προσφυγή σε Διαμεσολάβηση παρουσίασε ελαφρά μείωση, από 69% σε 66%.
Όταν η ομάδα για το οικογενειακό δίκαιο ρώτησε τα μέλη της σχετικά, πολλοί ανέφεραν ότι οι υποθέσεις τους πήγαιναν στο δικαστήριο χωρίς να προηγηθεί οποιαδήποτε συνάντηση.
«Η ανησυχία μας στις οικογενειακές υποθέσεις είναι ότι η Διαμεσολάβηση εισάγεται πολύ αργά στη διαδικασία, όταν οι άνθρωποι βρίσκονται ήδη στο στάδιο της εκκίνησης των δικαστικών διαδικασιών και η σχέση μεταξύ των μερών έχει επιδεινωθεί. Οπότε η επίτευξη μιας φιλικής λύσης είναι πιο δύσκολη», εξηγεί ο πρόεδρος Nigel Shepherd. «Η Διαμεσολάβηση είναι πολύ αποτελεσματική σε ορισμένες περιπτώσεις, αλλά δεν είναι σωστή για όλους. Δεν είναι one size κοστούμι και σίγουρα δεν ακολουθεί τον κανόνα “καλή η διαμεσολάβηση, οτιδήποτε άλλο είναι κακό” “, κάτι που μερικές φορές είναι το μήνυμα που ακούμε”.
H ομάδα εργασίας προτείνει το δικαστήριο να αποκτήσει αυξημένη εξουσία στην επιβολή κυρώσεων στα μέρη που αρνήθηκαν να συμμετάσχουν ουσιαστικά σε Διαμεσολάβηση. Τα τελευταία χρόνια έχουν εφαρμοσθεί κυρώσεις σε ορισμένα απρόθυμα μέρη, αλλά η έκθεση δείχνει ότι αυτή είναι μια λανθασμένη προσέγγιση: «Η ολοκλήρωση μιας καλά διεξαχθείσας δίκης και μια προσεκτικά προετοιμασμένη δικαστική απόφαση δεν αποτελούν ένα φιλόξενο υπόβαθρο για να τις απορρίψεις». Ίσως ο νομοθέτης να πρέπει απλώς να περιμένει περισσότερο χρόνο πριν προσπαθήσει να αλλάξει μια κουλτούρα με εκατοντάδες χρόνια παράδοσης.
Ο Jen Wiss-Carline, της εταιρείας April King, λέει ότι αν όλα τα μέρη μάθουν να αγαπούν τη Διαμεσολάβηση και να την αγκαλιάζουν, τότε μπορεί να μείνει ο «λύκος» του εξαναγκασμού έξω από την πόρτα. «Δυστυχώς πολλοί παρερμηνεύουν το ρόλο της διαμεσολάβησης, πιστεύοντας ότι σημαίνει ότι πρέπει να εγκαταλείψουν τον έλεγχο στην έκβαση της υπόθεσής τους και να συμβιβαστούν ως προς τις απαιτήσεις τους », λέει. «Η πραγματικότητα είναι ότι εάν έχετε μια διένεξη, η Διαμεσολάβηση θέτει τον έλεγχο πίσω στα χέρια σας. Αντίθετα όταν πηγαίνετε στο δικαστήριο, ο δικαστής παίρνει την απόφαση – και αυτή η απόφαση μπορεί να μην είναι κάτι που θα σας ικανοποιήσει, εσάς (ή τον αντίδικο σας).
Εξάλλου ολόκληρη αυτή η συζήτηση μπορεί να είναι φρούδα ούτως ή άλλως. Η διαδικτυακή Διαμεσολάβηση και το μικρό κόστος θα οδηγήσουν από μόνα τους τις διαφορές σε Διαμεσολάβηση χωρίς να χρειάζεται το μαστίγιο και το καρότο. Όπως παραδέχεται η ομάδα εργασίας, όταν η Διαμεσολάβηση μπει για τα καλά στον ιστό του συστήματος τότε αυτή η συζήτηση «απλά θα καταστεί άνευ αντικειμένου».
Πηγή: https://www.lawgazette.co.uk/news-focus/news-focus-will-mediation-become-compulsory/5063343.article
Αφροδίτη Α. Μπλέτα
Δικηγόρος παρΆρείω Πάγω, European Patent Attorney
Διαπ/μένη Διαμεσολαβήτρια ΥΔΔΑΔ και CEDR
Γενική Γραμματέας της Ελληνικής Ένωσης Διαμεσολαβητών