Δίκη που διεξήχθη από το Αυτόφωρο Τριμελές Πλημμελειοδικείο Ηρακλείου στις 14 Φεβρουαρίου υπήρξε η δυσάρεστη αφορμή προκειμένου να επανέλθει στο προσκήνιο ο θεσμός της ποινικής Διαμεσολάβησης.
Ειδικότερα επρόκειτο για υπόθεση ξυλοδαρμού 13χρονης μαθήτριας από τον αλλοδαπό πατέρας της… επειδή του αντιμίλησε! Κρίθηκε λοιπόν απαραίτητο να ενεργοποιηθεί ο θεσμός, προκειμένου να διερευνηθούν οι συνθήκες διαβίωσης της ανήλικης, με σκοπό να διασφαλιστεί ένα ασφαλές οικογενειακό περιβάλλον για εκείνη και τα επίσης ανήλικα αδέλφια της.
Ήδη από το 2006, ο νομοθέτης υλοποιώντας τη συνταγματική υποχρέωση της πολιτείας για σεβασμό της αξίας του ανθρώπου και παροχή αυξημένης προστασίας στην οικογένεια, την παιδική ηλικία και τους υπερήλικες οργάνωσε το θεσμικό πλαίσιο για την ενδοοικογενειακή βία θεσμοθετώντας το Ν. 3500/2006, ο οποίος τροποποιήθηκε με τον πρόσφατο Ν. 4531/2018.
Στα άρθρα 11 με 14 προβλέπονται οι προϋποθέσεις, η διαδικασία καθώς και οι αστικές και ποινικές συνέπειες, σύμφωνα με το θεσμό. Προϋπόθεση για την έναρξη της διαδικασίας ποινικής Διαμεσολάβησης είναι η υποβολή ανεπιφύλακτης δήλωσης εκ μέρους του προσώπου στο οποίο αποδίδεται η τέλεση του εγκλήματος, ότι είναι πρόθυμο σωρευτικά: α) να υποσχεθεί ότι δεν θα τελέσει στο μέλλον οποιαδήποτε πράξη ενδοοικογενειακής βίας (λόγος τιμής) και ότι, σε περίπτωση συνοίκησης, δέχεται να μείνει εκτός οικογενειακής κατοικίας για εύλογο χρονικό διάστημα, εάν το προτείνει το θύμα. Για την υπόσχεση αυτή συντάσσεται έκθεση κατά τα άρθρα 148 επ. του Κώδικα Ποινικής Δικονομίας, ότι β) θα παρακολουθήσει ειδικό συμβουλευτικό – θεραπευτικό πρόγραμμα για την αντιμετώπιση της ενδοοικογενειακής βίας σε δημόσιο φορέα, σε όποιον τόπο και για όσο χρονικό διάστημα κρίνεται τούτο αναγκαίο από τους αρμόδιους θεραπευτές. Ο δράστης που δέχεται να υποβληθεί στο θεσμό της ποινικής Διαμεσολάβησης ενημερώνεται ότι παρακολουθεί ένα επιβεβλημένο συμβουλευτικό πρόγραμμα, σκοπός του οποίου είναι να μετασχηματισθεί αυτή, σε συνεργασία για την επίλυση των προβλημάτων του δράστη με τον ίδιο του τον εαυτό και την οικογένειά του και γ) ότι θα άρει ή θα αποκαταστήσει, εφόσον είναι δυνατόν, αμέσως τις συνέπειες που προκλήθηκαν από την πράξη και να καταβάλει εύλογη χρηματική ικανοποίηση στον παθόντα.
Σε περίπτωση που το θύμα της ενδοοικογενειακής βίας είναι ανήλικος, η ποινική Διαμεσολάβηση ενεργείται υπέρ αυτού και από κοινού από τον κατά τόπον αρμόδιο εισαγγελέα ανηλίκων και τον ασκούντα την επιμέλεια, εφόσον αυτός δεν είναι το ίδιο πρόσωπο με τον φερόμενο ως δράστη του εγκλήματος. Αν δεν υπάρξει ομοφωνία, η Διαμεσολάβηση δεν είναι δυνατή. Ο ανήλικος που έχει συμπληρώσει το δέκατο τέταρτο έτος της ηλικίας του μπορεί, εφόσον το επιθυμεί, να παρίσταται κατ’ αυτήν και να ακούγεται.
Εφόσον κατά τα ανωτέρω τηρηθούν οι όροι της ποινικής Διαμεσολάβησης για μία τριετία, εξαλείφεται η ποινική αξίωση της Πολιτείας. Ο νομοθέτης προβλέπει δηλαδή ότι η καταγγελία σταματά στο σημείο της ολοκλήρωσης της ποινικής Διαμεσολάβησης και είτε η καταγγελία απορρίπτεται ως αστήρικτη στο νόμο εφόσον η διαδικασία του θεσμού της ποινικής Διαμεσολάβησης ολοκληρώνεται διαρκούσης της προκαταρκτικής εξέτασης ή εφόσον ακολουθήθηκε η αυτόφωρη διαδικασία το δικαστήριο παύει οριστικά την ασκηθείσα ποινική δίωξη.
Σύμφωνα με το Νόμο αν τα πρόσωπα στα οποία αποδίδεται η τέλεση της πράξης είναι περισσότερα, για την έναρξη της Διαδικασίας ποινικής Διαμεσολάβησης απαιτείται μεταξύ τους συμφωνία. Το ίδιο ισχύει και αν η φερόμενη ως τελεσθείσα πράξη αφορά περισσότερα θύματα. Αν δεν επιτευχθεί συμφωνία η Διαμεσολάβηση δεν είναι δυνατή.
Αυτή η συμφωνία των μερών, σύμφωνα με το άρθρο 14, ισχύει ως συμβιβασμός ως προς τις χρηματικές αξιώσεις. Η συμφωνία του παθόντος συζύγου για την έναρξη της ποινικής Διαμεσολάβησης δεν εμποδίζει την άσκηση διαζυγίου ή την υποβολή αίτησης συναινετικής λύσης γάμου, ούτε την πρόοδο της τυχόν αρξάμενης δίκης και τη λύση του γάμου. Μετά την ολοκλήρωση της ποινικής Διαμεσολάβησης, αποκλείεται η ανατροπή της συμφωνίας για οποιονδήποτε λόγο καθώς και η αναζήτηση των καταβληθέντων σε συμμόρφωση αυτής
Αν εντός 3ετίας από την αρχειοθέτηση της υπόθεσης ο φερόμενος ως δράστης δεν συμμορφωθεί προς τους όρους της ποινικής Διαμεσολάβησης, τότε αυτή μπορεί να ανατραπεί με πρωτοβουλία του παθόντος. Με την άσκηση της αγωγής ανατροπής αναβιώνουν οι χρηματικές αξιώσεις του παθόντος, τα δε καταβληθέντα λόγω της συμφωνίας αναζητούνται κατά τις διατάξεις περί αδικαιολόγητου πλουτισμού.
Είναι αντιληπτό ότι στόχος της ποινικής Διαμεσολάβησης είναι η κατά το δυνατόν επανόρθωση από τους δράστες της βλάβης που υπέστησαν τα θύματα, η συνειδητοποίηση των συνεπειών και του πόνου των αδικημάτων ενδοοικογενειακής βίας στα θύματα και η απεμπλοκή από την ποινική διαδικασία.
Κική Δημ. Τσουρού
Δικηγόρος LL.M., Διαπιστευμένη Διαμεσολαβήτρια