«Οι Δικηγόροι μας προσπάθησαν να μας συμβιβάσουν, αλλά μάταια. Τι νόημα έχει να πάμε και σε Διαμεσολαβητή;»

Η επίλυση μιας διαφοράς μπορεί να γίνει με διάφορους τρόπους ή και κλιμακωτά.

Η 1η προσπάθεια γίνεται συνήθως απευθείας ανάμεσα στα πρόσωπα που έχουν τη διαφορά. «Μου προξένησες την τάδε ζημία, οφείλεις να με αποζημιώσεις με τόσα χρήματα και πρέπει να μου τα δώσεις τώρα». «Όχι, δεν σου χρωστάω αυτά που λες και δεν θα σου τα δώσω».

Οπότε, πάμε στον δικηγόρο μας, σωστά;

Βεβαίως. 2η προσπάθεια επίλυσης της διαφοράς. Οι δύο Δικηγόροι με μια σειρά τηλεφωνημάτων ή και συναντήσεων διεκδικούν τη συμφέρουσα λύση, ο καθένας για τον εντολέα του. «Ο πελάτης μου θέλει αυτό». «Ο δικός μου θέλει το άλλο». Γίνονται προτάσεις από τη μια πλευρά προς την άλλη και τανάπαλιν. Κάποιες φορές βρίσκεται κοινός τόπος και κάποιες άλλες όχι.

Οπότε, ο μόνος δρόμος είναι τα δικαστήρια, σωστά;

Όχι, λάθος. Υπάρχει ένα άλλο σκαλοπάτι, η 3η  προσπάθεια επίλυσης και πολύ πιθανόν και τελευταία, που μπορεί να κάνει τη διαφορά. Η Διαμεσολάβηση.

Και μπορεί να κάνει τη διαφορά, για έναν απλούστατο λόγο: ότι στις προσπάθειες μεταξύ μόνον των δικηγόρων, δεν μπορεί να γίνει διερεύνηση, ούτε εν τω βάθει συζήτηση και ανάλυση της υπόθεσης. Κάθε πλευρά οφείλει να κρατήσει κρυφά από τον αντίπαλο τα όπλα της για τη δικαστική διαδικασία που είναι σφόδρα πιθανό ότι θα ακολουθήσει. Και κάθε Δικηγόρος ενεργεί -και είναι υποχρεωμένος να ενεργεί- για το συμφέρον του πελάτη του, στενά και μαξιμαλιστικά.

Για παράδειγμα, κανένας δικηγόρος δεν μπορεί να κάνει ομολογίες ή παραδοχές προς τον αντίδικο Δικηγόρο. Αυτό θα αποτελούσε πειθαρχικό, ίσως και ποινικό αδίκημα. Δεν μπορεί να εκμυστηρευτεί στην άλλη πλευρά ότι π.χ. ότι ναι μεν ο πελάτης μου ζητά 100 αλλά θα μπορούσε ΤΩΡΑ να δεχθεί ακόμη και 60, κ.ο.κ.

Όταν όμως υπάρχει και ο Διαμεσολαβητής, όλο το σκηνικό αλλάζει. Ο Δικηγόρος της κάθε πλευράς θα συνεχίσει να κάνει καλά τη δουλειά του υπεραμυνόμενος των συμφερόντων του πελάτη του, προβάλλοντας τα επιχειρήματά του και διεκδικώντας τη λύση προς το συμφέρον του.

Ο Διαμεσολαβητής, από την άλλη, έχει έναν άλλο ρόλο: Να διαμεσολαβήσει μεταξύ των δύο πλευρών, ώστε να βρεθεί κοινός τόπος στη διαφορά. Ο Διαμεσολαβητής είναι ουδέτερος προς τις δύο πλευρές. Κάποιοι λένε πως δεν υποστηρίζει καμία πλευρά, άλλοι λένε πως υποστηρίζει και τις δύο πλευρές. Ο Διαμεσολαβητής θα διερευνήσει τα πάντα, όλα όσα έχουν σημασία για σας. Θα κάνει ερωτήσεις, πολλές ερωτήσεις, θα λάβει απαντήσεις, θα σιωπήσει, θα ακούσει, θα κατανοήσει σε βάθος, θα θέσει προβληματισμούς, θα γίνει αποδέκτης μυστικών, αποδέκτης της αλήθειας… Θα μεταφέρει στην άλλη πλευρά μόνον ό,τι τού επιτραπεί να μεταφέρει. Ο Διαμεσολαβητής έχει λάβει ειδική εκπαίδευση στη διαχείριση διαφορών και προφανώς έχει εμπειρία και στην πράξη. Μπορεί λοιπόν και ξέρει και έχει έναν άλλο ρόλο.

Η παρουσία του Διαμεσολαβητή, οι ικανότητές του, η εμπειρία του και η προσωπικότητά του, είναι δυνατόν να κάνουν τη διαφορά.

Εν κατακλείδι, με τη βοήθεια του Διαμεσολαβητή ΜΠΟΡΕΙ να επιλυθεί η διαφορά, ακόμη και αν οι προηγούμενες προσπάθειες μόνων των δικηγόρων των δύο πλευρών δεν ευδοκίμησαν.

Ευγνωσία Ραφτοπούλου – Χατζηπρίμου
Δικηγόρος παρ’ Αρείω Πάγω ΔΣΘ
Διαπιστευμένη Διαμεσολαβητή
Συντονίστρια πύλης Διαμεσολάβησης Ωραιοκάστρου