Εκτίμηση των εναλλακτικών λύσεων (Διαπραγμάτευση)
Η φάση αυτή ξεκινάει όταν πλέον τα μέρη εκφράζουν την επιθυμία να μιλήσουν για κάποια μορφή συμφωνίας.
Όλες οι πληροφορίες που έλαβε ο Διαμεσολαβητής μέχρι εκείνη τη στιγμή θα αποτελέσουν τα θεμέλια για την επίτευξη της συμφωνίας. Συνήθως ο Διαμεσολαβητής είναι ο μεταφορέας προσφορών και αντίστοιχων αντιπροσφορών μεταξύ των μερών και παράλληλα μέσα από το τεστ πραγματικότητας (reality testing) δίνει στα μέρη τη δυνατότητα να σκεφτούν τι θα συμβεί στο μέλλον, αν δεν επιτευχθεί η συμφωνία. Υπάρχει περίπτωση το πήγαινε-έλα των προσφορών να καταλήξει σε αδιέξοδο και αμετάθετες θέσεις. Τότε ο Διαμεσολαβητής, χρησιμοποιώντας ίσως και τον πίνακα που θα γράψει όλα τα θετικά που έχουν επιτευχθεί μέχρι εκείνη τη στιγμή (επί μέρους συμφωνίες, αποδοχή συγκεκριμένων γεγονότων κ.λπ.) και ίσως φέρνοντας τα μέρη σε κοινή συνάντηση, μπορεί να δώσει ιδέες για άλλες λύσεις και να απαγκιστρώσει τα μέρη από τις αμετάθετες θέσεις τους. Μια βόλτα γύρω από το τετράγωνο ενός των μερών με το Διαμεσολαβητή, ή μια συζήτηση των διαφωνούντων μερών μόνων τους, χωρίς το Διαμεσολαβητή ή τους δικηγόρους τους, μπορεί επίσης να αποδειχθούν καταλυτικά στο αδιέξοδο.
Ο Διαμεσολαβητής δεν πρέπει να δείξει ποτέ απελπισμένος, αλλά πάντοτε πρέπει να νοιώθει και να δείχνει έτοιμος να αντιμετωπίσει κάθε δύσκολη κατάσταση και να μεταδώσει όλη τη θετική του αυτή ενέργεια και στα μέρη, ώστε να προκύψουν δημιουργικές λύσεις της διαφωνίας, ανάλογα με τις ανάγκες και τα συμφέροντα των μερών. Πολλές φορές, η πίεση του χρόνου της λήξης της Διαμεσολάβησης παίζει καθοριστικό ρόλο για την επίτευξη συμφωνίας.
Το βασικό σε αυτό το στάδιο είναι ότι ο Διαμεσολαβητής δεν προτείνει λύσεις, απλά βοηθάει τα μέρη να κάνουν ρεαλιστικές επιλογές, όπως οι επιλογές αυτές ξεδιπλώθηκαν σαν λύσεις καθόλη την προηγούμενη διαδικασία.
Τελική συμφωνία (Ολοκλήρωση)
Η διαφωνία επιλύεται με συμφωνία των μερών, τα οποία, όπως πολλές φορές προειπώθηκε, έχουν τον πλήρη έλεγχο του αποτελέσματος. O μόνος περιορισμός που υπάρχει είναι η συμφωνία αυτή να μην είναι αντίθετη προς τις διατάξεις περί δημόσιας τάξης.
Στις εμπορικές διαφορές, πολύ συχνά τα αντιμαχόμενα μέρη θέλουν να συνεχίσουν τη συνεργασία τους και μετά τη λήξη της διαφωνίας και ένα από τα βασικά τους συμφέροντα είναι να προστατεύσουν την εμπορική τους σχέση μεταξύ τους και αυτό επιτυγχάνεται μόνο με τη Διαμεσολάβηση. Επίσης με τη Διαμεσολάβηση μπορούν να επιτευχθούν πιο δημιουργικές λύσεις σε μια διαφωνία. π.χ. σε περίπτωση θανάσιμου τραυματισμού ενός ατόμου μέσα στο χώρο της δουλειάς του (εργατικό ατύχημα). Μπορεί το ζήτημα να μην είναι μόνο η καταβολή ενός ποσού αποζημίωσης, αλλά και μια δημόσια συγνώμη από τον εργοδότη προς την οικογένεια του θύματος.
Η συμφωνία που επιτεύχθηκε, εφόσον είναι αποδεκτή από τα μέρη, είναι αναμφισβήτητη από το Διαμεσολαβητή, ο οποίος μπορεί να θέσει θέμα τερματισμού της Διαμεσολάβησης, πριν να υπάρξει έγγραφη η συμφωνία, αν τη θεωρεί ότι είναι αποτέλεσμα πλάνης, απάτης ή απειλής, κάτι βέβαια που σπάνια συμβαίνει στη διαδικασία της Διαμεσολάβησης.
Στην περίπτωση που δεν υπάρχει συμφωνία των μερών, ο Διαμεσολαβητής ενημερώνει τα μέρη ότι παραμένει στη διάθεσή τους για μια νέα συνάντηση αν το επιθυμούν και επικοινωνεί με τα μέρη μέσα σε σύντομο χρονικό διάστημα από τη λήξη της Διαμεσολάβησης, για να ενημερωθεί αν υπάρχει κάποια εξέλιξη, κρατώντας με τον τρόπο αυτό την πόρτα της Διαμεσολάβησης ανοικτή. Δεν είναι λίγες οι φορές, που ανεπιτυχείς Διαμεσολαβήσεις καταλήγουν σε συμφωνία σε σύντομο χρονικό διάστημα από την ημέρα της Διαμεσολάβησης.
Πηγή: «Η ΔΙΑΜΕΣΟΛΑΒΗΣΗ ΜΕΣΑ ΑΠΟ ΤΟ ΝΟΜΟ 3898/2010 – ΜΙΑ ΜΕΡΑ ΔΙΑΜΕΣΟΛΑΒΗΣΗΣ», Βασιλική Σκορδάκη, Αθήνα 2012
Βασιλική Δημ. Σκορδάκη
Δικηγόρος Αρείου Πάγου & Συμβουλίου της Επικρατείας, Διαπιστευμένη Διαμεσολαβήτρια, Εκπαιδεύτρια Διαμεσολαβητών – Solicitor Αγγλίας & Ουαλίας