Συγκρούσεις και διαφωνίες στον χώρο εργασίας είναι αυτονόητο ότι υπάρχουν και πάντα θα προκύπτουν.

  • Διαφορές ανάμεσα στην επιχείρηση και τους εργαζόμενους σε σχέση με αποδοχές, μπόνους, παροχές, καθήκοντα, τομείς εργασίας.
  • Διαφορές ανάμεσα στα τμήματα της επιχείρησης για τις αρμοδιότητες και το έργο που αναλαμβάνει το κάθε τμήμα, τις τυχόν αλληλοεπικαλύψεις και τη μεταξύ τους συνεργασία.
  • Διαφορές ανάμεσα στους ίδιους τους εργαζόμενους, μεταξύ τους: Για τον φόρτο εργασίας που ανατίθεται στον ένα ή στον άλλο, για το αν σέβεται ή όχι ο ένας στον άλλο, ο προϊστάμενος τον υφιστάμενο, για τις ευθύνες, για το γωνιακό γραφείο με την ωραία θέα, για το αυτοκίνητο…

Η οικονομική κρίση, ο φόβος απώλειας της θέσης εργασίας, οι μειώσεις αποδοχών και η εν γένει κοινωνικοοικονομική κατάσταση των τελευταίων ετών, ευνοεί το κλίμα αύξησης του άγχους και των εντάσεων και οδηγεί συχνά σε διόγκωση των διαφορών.

Υπάρχουν βεβαίως στις μεγάλες επιχειρήσεις τα τμήματα του ανθρώπινου δυναμικού, οι HR. Οι οποίοι ασχολούνται και με τέτοιου είδους θέματα και προσπαθούν να λύσουν τις διαφορές με τον «παραδοσιακό» τρόπο. Και ενώ το 1/5 του χρόνου των διευθυντικών στελεχών μιας επιχείρησης δαπανάται στην επίλυση ανάλογων ζητημάτων, παρά ταύτα, μεγάλος όγκος τέτοιων διαφορών παραμένουν άλυτες, με αρνητικά αποτελέσματα τόσο στη «δέσμευση» των εργαζομένων όσο και στην παραγωγικότητά τους και εντέλει στην ίδια την επιχείρηση.

Πώς να αποδώσει ένας εργαζόμενος όταν δεν αισθάνεται καλά στο χώρο εργασίας, όπου περνά το μεγαλύτερο μέρος της ημέρας του και κατ’ επέκταση της ζωής του;

Η ύπαρξη και η συνεργασία με έναν διαμεσολαβητή, μπορεί να βοηθήσει τα μέγιστα στην επίλυση ανάλογων θεμάτων. Ο Διαμεσολαβητής είναι πρόσωπο που έχει οπωσδήποτε πανεπιστημιακή εκπαίδευση, το οποίο επιπροσθέτως έχει λάβει ειδική κατάρτιση και εκπαίδευση στην επίλυση διαφορών.

Ενεργεί ως «ουδέτερος τρίτος» και με τρόπο αμερόληπτο. Μέσα από μια διαδικασία δομημένη αλλά συνάμα ευέλικτη, κάνοντας είτε «κοινές συνεδρίες» με την παρουσία και των δύο μερών της διαφοράς, είτε «κατ’ ιδίαν συνεδρίες» με την καθεμία πλευρά χωριστά, δίνει την ευκαιρία και στις δύο πλευρές να εκφραστούν, να ζητήσουν και να δώσουν εξηγήσεις, να μιλήσουν γι αυτά που τους αφορούν (και μάλιστα με τρόπο «απόρρητο» στο βαθμό που αυτά επιθυμούν και επιλέγουν).

Ο Διαμεσολαβητής θα γίνει γέφυρα επικοινωνίας, ώστε η κάθε πλευρά να ακούσει την άποψη της άλλης πλευράς (χωρίς αυτό να σημαίνει απαραίτητα ότι θα συμφωνήσει με την άλλη άποψη), αποφορτισμένη από σχόλια, επιθετικότητα ή αμυντικότητα. Γνωρίζει πώς να διαχειρίζεται τις εντάσεις και τα δυνατά συναισθήματα. Μπορεί να βοηθήσει στην εξεύρεση λύσεων που θα γίνουν αποδεκτές και από τις δύο πλευρές και στην επέλευση συμφωνίας. Στη συνέχεια, μπορεί να παρακολουθεί την πορεία, την εξέλιξη της υπόθεσης, την τήρηση στην πράξη των όσων συμφωνήθηκαν και ενδεχομένως τις αναπροσαρμογές που τυχόν θα απαιτηθούν.

Ο Διαμεσολαβητής μπορεί να είναι «εσωτερικός» σε μια επιχείρηση, όταν αυτό το επιβάλλει ή το επιτρέπει το μέγεθός της και ο όγκος των θεμάτων που προκύπτουν. Διαφορετικά υπάρχει η δυνατότητα της χρήσης ενός «εξωτερικού» διαπιστευμένου διαμεσολαβητή κατά περίπτωση που μάλιστα μπορεί να χρησιμοποιείται για την επίλυση και των υπόλοιπων διαφορών της επιχείρησης με πελάτες, προμηθευτές κ.λπ., ώστε να απασχολούν τα δικαστήρια. Αξίζει μάλιστα να σημειωθεί ότι όταν η υπόθεση έχει νομικές προεκτάσεις, το αποτέλεσμα μιας διαμεσολάβησης που γίνεται σύμφωνα με τον νόμο και καταγράφεται στο πρακτικό διαμεσολάβησης, είναι έγγραφο επίσημο και νομικά έγκυρο. Τόσο ισχυρό, όσο και μια δικαστική απόφαση.

ΕΥΓΝΩΣΙΑ ΡΑΦΤΟΠΟΥΛΟΥ – ΧΑΤΖΗΠΡΙΜΟΥ
Δικηγόρος παρ’ Αρείω Πάγω Δ.Σ.Θ.
Διαπιστευμένη Διαμεσολαβήτρια
Συντονίστρια Πύλης Διαμεσολάβησης Ωραιοκάστρου